Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ Ο γίγαντας της ποίησης, της λογοτεχνίας, της δημοσιογραφίας και της γνήσιας δημοκρατίας


Στην αρχή της σταδιοδρομίας μου, στα πρώτα μου δημοσιογραφικά βήματα, το καλοκαίρι του 1950, είχα την τύχη και την τιμή, να γνωρίσω τον Κώστα Βάρναλη, να δουλέψω για 2-3 χρόνια στην ίδια εφημερίδα μ’ αυτόν, τον «Φιλελεύθερο» (Πλαστηρική ημερησία απογευματινή εφημερίδα) και να μου έχουν ορίσει θέση στο μεγάλο κοινό τραπέζι της σύνταξης απέναντι στο γραφείο τού «δασκάλου», όπως ονομάζαμε όλοι τότε τον βάρδο της ποίησης και των γραμμάτων, τον μεγάλο Κώστα Βάρναλη.

Είχα ακόμη την τύχη και την τιμή, ο «δάσκαλος» (ήθελε να τον λένε «δάσκαλο» όχι με την έννοια του «maitre», αλλά γιατί για χρόνια πολλά είχε εργασθεί καθηγητής φιλόλογος στα γυμνάσια, απ’ όπου τελικά διώχτηκε για τα αριστερά τού φρονήματα), να με συμπαθεί, να με συμβουλεύει στην δουλειά και να μου αφιερώνει βιβλία του, όπως το «Ημερολόγιο της Πηνελόπης», τους «Δικτάτορες» και άλλα.

Ακόμη, μου έκανε την τιμή να ανταποκρίνεται με προθυμία στις προσκλήσεις μου σε ταβέρνες όπου οργανώναμε, με ηθοποιούς, άλλους καλλιτέχνες συγγραφείς και γενικά διανοούμενους, κρασοκατανύξεις. (Τότε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα είχα αναλάβει και το καλλιτεχνικό ρεπορτάζ της εφημερίδας, λόγω ασθενείας ενός παλιού δημοσιογράφου που τερμάτισε την επαγγελματική του δραστηριότητα.)

Θυμάμαι πολύ καλά-και πως είναι δυνατό να ξεχάσω- τις καλλιτεχνολογοτεχνοδημοσιογραφικές παρέες μας και τα γλεντάκια μας, στην «Κόκκινη Βάρκα» (Δωροθέα) του απόμερου τότε Τουρκολίμανου, στο μπακαλοταβερνάκι του Οικονομόπουλου (του πατέρα του φίλου Τάκη Οικονομόπουλου παλιού διεθνούς τερματοφύλακα του «Παναθηναϊκού», του «πουλιού» όπως ήταν το ποδοσφαιρικό όνομα που του είχαν κολλήσει οι οπαδοί της ομάδας) και αλλού.

Θυμάμαι την συγκίνηση του Βάρναλη, όταν ο παλιός ηθοποιός Νίκος Ευθυμίου, απήγγελε τον «Τρελό» και τους «Μοιραίους» του και την διευκρινιστική του δήλωση «τότε δεν ήξερα ακόμη, ποιος φταίει», όταν ο καλλιτέχνης απήγγειλε τους στίχους :
Φταίει το κακό το ριζικό μας
Φταίει ο θεός που μας μισεί
…………………………….
Φταίει πάνω απ’ όλα το κρασί
…………………………….
…………………………….
Κανένα στόμα δεν το’ βρε
Και δεν το ’πε ακόμα…

Ας γυρίσουμε όμως στον «Φιλελεύθερο» του αείμνηστου Νίκου Ευαγγελόπουλου, με αρχισυντάκτη τον αξέχαστο μεγάλο Γιώργο Καράντζα και βοηθό του τον μακαρίτη επίσης Γιώργο Αποστολόπουλο, μετέπειτα αρχισυντάκτη στο «Βήμα».

Δίπλα ακριβώς στο γραφείο του Κώστα Βάρναλη ήταν το γραφείο του Γιάννη Μαρή (Γιάννη Τσιριμώκου), ο οποίος με είχε βοηθό στη σύνταξη και επιμέλεια της δεύτερης σελίδας και πιο πέρα το γραφείο του υπέροχου και αμίμητου δημοσιογράφου, συγγραφέα και σκηνοθέτη, Νίκου Τσιφόρου, ο οποίος έγραφε κάθε μέρα το χρονογράφημα – ευθυμογράφημα στην πρώτη σελίδα.

Το κύριο χρονογράφημα που είχε κοινωνικοδημοσιογραφικό περιεχόμενο, αλλά και φιλολογικοφιλοσοφικό, έγραφε ο Βάρναλης.

Τα αστεία και τα πειράγματα, πολλές φορές τολμηρά, μεταξύ Βάρναλη, Μαρή και Τσιφόρου, έδιναν και έπαιρναν, κυρίως τις ημέρες που ο Τσιφόρος έμενε στο γραφείο για 2 – 3 ώρες για να γράψει στη γραφομηχανή του μαζεμένα, το ένα μετά το άλλο, δέκα και περισσότερα ευθυμογραφήματα που είχε στο μυαλό του, για τις επόμενες ημέρες.

Ο «δάσκαλος» έπιανε δουλειά στις 6 – 7 το πρωί, έφευγε κατά τις 10 και ερχόταν πάλι στο γραφείο γύρω στις 6 το απόγευμα για να… σχολάσει στις 9 το βράδυ και να πάει με φίλους σε κάποιο ταβερνάκι.

Ένα πρωινό τον βρήκα στην εφημερίδα, πολύ συγκινημένο αλλά και χαρούμενο μαζί.
Τον ρώτησα τους λόγους και μου εξήγησε :
«Χθες το βράδυ με προσκάλεσαν σ’ ένα αριστοκρατικό σπίτι. Δεν με γνώριζε κανείς και το όνομα μου δεν έλεγε σε κανένα νέο, τίποτα απολύτως. Δεν με πείραξε καθόλου αυτό, αλλά σήμερα στις 6 που ήρθα στην εφημερίδα, ένα κοριτσάκι του γυμνασίου, κορούλα της καθαρίστριας με καλοσώρισε και μαζί με την καλημέρα της, με την σκούπα στο χέρι, μου είπε πως με γνωρίζει από το έργο μου και μου απήγγειλε μάλιστα και κάποιους στίχους μου.
Εγώ δάκρυσα. Γι’ αυτό είμαι συγκινημένος, αλλά και χαρούμενος. Ο λαός μ’ αγαπά και με διαβάζει. Αυτό με ενδιαφέρει. Το κοριτσάκι της καθαρίστριας που σκουπίζει…»
Όχι οι μεγαλοσχήμονες, οι σπουδαιοφανείς!

Γράφω σήμερα όλα αυτά για τον Κώστα Βάρναλη, το μεγάλο «δάσκαλο», με αφορμή το δημοσίευμα «Ο «άγνωστος» Βάρναλης αποκαλύπτεται» (Βήμα 18/8/2010) που μας πληροφορεί για το αρχείο του ποιητή που βρίσκεται πλέον στη διάθεση όλων, στην Γεννάδειο Βιβλιοθήκη.
Κλείνω με ένα διάλογο μεταξύ Τσιριμώκου (Μαρή) και Βάρναλη, το 1951 :
- Τσιριμώκος : Δάσκαλε να μας φέρεις στην εφημερίδα μια φωτογραφία σου.
- Βάρναλης : Γιατί; Θα πεθάνω; Για να την βάλετε όταν πεθάνω;
- Τσιριμώκος : Όχι. Για να την βάλουμε όταν θα γίνεις ακαδημαϊκός…
- Βάρναλης : Αυτό δεν θα γίνει ποτέ. Για ακαδημαϊκό θα με ψηφίσουν μόνον ο Μελάς και ο Παπανούτσος, με τους οποίους μάλιστα δεν τα έχω καλά… Οι άλλοι όχι. Μαύρο θα μου ρίξουν. Αν όμως πεθάνω και δεν έχετε φωτογραφία, βάλτε μια του Τσάρλι Τσάπλιν, του Σαρλώ, το ίδιο είναι…

Ο Κώστας Βάρναλης είχε τιμηθεί το 1959 με το Διεθνές Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη.