Κυριακή 17 Ιουλίου 2011

ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ

Γιώργος Τσιούνης

Παλαίμαχος Δημοσιογράφος
Tακτικό μέλος της Ε.Σ.Η.Ε.Α.
και της ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΩΝ.



ΜΙΑ ΠΟΡΕΙΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…

Παλαίμαχος αλλά όχι απόμαχος...

Οι δημοσιογράφοι δεν… αποστρατεύονται ούτε… παροπλίζονται.

Παραμένουν δημοσιογράφοι ισοβίως. Ισόβια δεσμά στην υπηρεσία ενός δύσκολου, κοπιαστικού, ανθρωποβόρου θα έλεγα, λειτουργήματος. Ναι λειτουργήματος…

Η «απελευθέρωση» τους έρχεται μαζί με την τελευταία τους ανάσα, όταν αρχίζουν το, χωρίς επιστροφή, μεγάλο ταξίδι.

Μιλάμε βέβαια για τους πραγματικούς δημοσιογράφους, όχι για κάποιους άλλους…

Μπήκα (εγώ) στον χορό, στην μεγάλη περιπέτεια, έφηβος, σχεδόν παιδί, πριν από εξήντα ένα (61) χρόνια.
Το καλοκαίρι του 1950, απόφοιτος (για την ακρίβεια μετεξεταστέος που καθάρισε τον Σεπτέμβρη) του τότε οκταταξίου γυμνασίου, μεγαλοφυούς δημιουργήματος του μεγαλοφυούς δικτάτορα Γιάννη Μεταξά (Θεός σχωρέστον).

Λίγο πριν από τον πόλεμο, μικρό παιδί 7 - 8 χρόνων, «επιστρατεύτηκα» μαζί με όλα τα παιδιά στη νεολαία της 4ης Αυγούστου, ως «σκαπανέας»

Ήμουν ένα μικρό «σκαπανάκι» που έλεγε κάποτε ο μέγας Μίκης Θεοδωράκης.

«Σκαπανάκι» 7 - 8 χρόνων που μαζί με τα άλλα «σκαπανάκια» μας τραβολογούσαν από δω κι από κει με αποτέλεσμα, από την ταλαιπωρία και την κούραση, να κατουριόμαστε στα βρακιά μας!!
Μπράβο στην Ε.Ο.Ν. (Εθνική Οργάνωση Νεολαίας). Μπράβο...

Το μεγάλο δημοσιογραφικό ταξίδι αρχίζει με όχημα τον «ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ», το καλοκαίρι του 1950.

Παιδί για όλες τις δουλειές, τις δημοσιογραφικές εννοείται, αλλά και για μερικά μικροθεληματάκια, σα νεαρούλης. «Κύριε συναδελφάκο» με προσαγόρευε, ο μακαρίτης Γιώργος Αποστολόπουλος, βοηθός, τότε, του μεγάλου Γιώργου Καράντζα, στην αρχισυνταξία της εφημερίδας και αργότερα αρχισυντάκτης στο «ΒΗΜΑ».

Οι πρώτοι μου δάσκαλοι Νίκος Ευαγγελόπουλος (διευθυντής), Γιώργος Καράντζας, Γιάννης Μαρής (Τσιριμώκος), Γιώργος Αποστολόπουλος, Νίκος Τσιφόρος, Γιώργος Δρόσος, Μέμος Φαράκος (νεαρός τότε αλλά φθασμένος δημοσιογράφος) Λούης Δάνος και βέβαια ο κολοσσός ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ, με οδήγησαν στους σωστούς δρόμους. Τους ευγνωμονώ.

Μετά τον Πλαστηρικό «ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ» στεγάστηκα δημοσιογραφικά στον «ΕΛΕΥΘΕΡΟ» (και στις δύο φάσεις της ημερήσιας έκδοσής του), του άλλου μεγάλου δασκάλου μου, του αξέχαστου Δημήτρη Πουρνάρα. Αργότερα, καθιερωμένος πλέον συντάκτης, πρόσφερα τις υπηρεσίες μου και στην εβδομαδιαία έκδοσή του που η κυκλοφορία της ήταν ιλιγγιώδης.

Ο «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ» υπήρξε μια έπαλξη λαϊκών δημοκρατικών αγώνων, ταγμένος στην Κεντροαριστερά.

Η περιπετειώδης επαγγελματική μου πορεία συνεχίστηκε σε πολλές άλλες, μεγάλες και μικρές εφημερίδες, αθηναϊκές, επαρχιακές, κυπριακές και σε αρκετά περιοδικά και άλλα έντυπα.
Μερικές στάσεις της περιπλάνησης μου, αν θυμάμαι καλά : «ΑΝΕΝΔΟΤΟΣ» «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ», «ΣΗΜΕΡΙΝΗ» Κύπρου, «ΤΡΙΚΑΛΙΝΑ ΝΕΑ», «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» ΚΑΙ «ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΕΙΔΗΣΕΩΝ» Κερκύρας, «ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ» και «ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΕΙΑ» Αθήνας.

Παράλληλα για μια περίπου εικοσαετία μέχρι την συνταξιοδότησή μου την 1η Μαρτίου 1988, διετέλεσα συντάκτης, προϊστάμενος και υπεύθυνος ύλης, καθώς και αρχισυντάκτης των ραδιοφωνικών δελτίων ειδήσεων της Ε.Ρ.Τ. 2, της παλιάς Υ.ΕΝ.Ε.Δ, η οποία έγινε Ε.Ρ.Τ. από τον αείμνηστο Βαγγέλη Αβέρωφ που με τιμούσε με την φιλία του.

Μετά την μεταπολίτευση νάμαι σε καίρια πόστα στην «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», που δημιούργησε σχολή κι έβγαλε πολλούς άξιους συναδέλφους, οι οποίοι τώρα μεσουρανούν.

Όλοι μαζί, οι μακαρίτες Κίτσος Τεγόπουλος (ιδιοκτήτης), Αλέκος Φιλιππόπουλος (διευθυντής) Λυκούργος Κομίνης, Σταύρος Απέργης, Δημήτρης Μαρούδας και οι καλοί μου φίλοι και συνάδελφοι που δραστηριοποιούνται ακόμη σαν έφηβοι, πάντα γεροί και δυνατοί, Δημήτρης Κουμπιάς, Νίκος Νικολαΐδης, Σπύρος Καρατζαφέρης και ο Σεραφείμ Φυντανίδης που άξια κουμαντάρησε την «Ε» μετά τον Φιλιππόπουλο, όλοι μαζί δουλέψαμε για την εφημερίδα μας, τη δημοσιογραφία και την ελευθεροτυπία.

Η σύνταξη ήρθε, όπως είπα την 1η Μαρτίου του 1988 αλλά η περιπέτεια συνεχίζεται…

Ίδρυσα με φίλους το σταθμό «ΡΑΔΙΟ ΝΕΑ ΚΙΟΣ», που πέτυχε, αλλά τελικά «κατέβασε ρολά» παρά την επιτυχία του, για λόγους που, οπωσδήποτε, δεν θα ενδιέφεραν τον αναγνώστη.

Άσκησα μια δημοσιογραφία αθόρυβη, χωρίς φανφάρες και ρεκλάμες.

Αν ξαναγινόμουν νέος (τι λέω τώρα…), πάλι δημοσιογράφος θα γινόμουν και πάλι την αθόρυβη και σεμνή δημοσιογραφία θα προτιμούσα.

Σας αγαπώ όλες και όλους.

Εύχομαι προκοπή, καλή πρόοδο, υγεία, ευτυχία, δύναμη.

Γιώργος Ν. Τσιούνης

Υ.Γ. Από την χούντα κυνηγήθηκα γιατί ήμουν πιστός στη μνήμη και τις υποθήκες του ΓΕΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Γεωργίου Παπανδρέου.
Βέβαια δεν διεκδικώ δάφνες αντιστασιακού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου